ΔΡΟΜΟΙ ΑΝΤΟΧΗΣ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ
Τις τελευταίες δεκαετίες έχει παρατηρηθεί μια σημαντική αύξηση των δρομέων σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων, όπως ο μαραθώνιος και ο ημιμαραθώνιος. Το μεγαλύτερο ποσοστό των δρομέων είναι ερασιτέχνες δρομείς, κυρίως μέσης ηλικίας, και μόνο ένα μικρό ποσοστό είναι επαγγελματίες αθλητές 18-35 ετών. Οι επαγγελματίες αυτοί αθλητές που αθλούνται σε υψηλό επίπεδο από νεαρή ηλικία βρίσκονται υπό ιατρική και προπονητική παρακολούθηση. Το τι συμβαίνει όμως με την πλειοψηφία των αθλητών αντοχής μέσης ηλικίας, που συνήθως λαμβάνουν πλημμελή καθοδήγηση από ειδικούς, φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα την επιστημονική κοινότητα. Πολλοί από τους δρομείς αυτούς ξεπερνούν τα όρια της άθλησης αναψυχής και λαμβάνουν μέρος σε αρκετούς αγώνες ετησίως και μάλιστα σημειώνουν εξαιρετικούς χρόνους στους αγώνες που συμμετέχουν.
Ποιες είναι λοιπόν οι επιδράσεις της άσκησης αντοχής στην καρδιά, ποιο είναι το επιθυμητό επίπεδο άθλησης, ποια μπορεί να είναι τα οφέλη και οι πιθανοί κίνδυνοι, και ποιοι πρέπει να υποβάλλονται σε προαθλητικό έλεγχο είναι ορισμένα από τα ερωτήματα θα απαντηθούν παρακάτω.
ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ
Η έντονη και μακράς διάρκειας άθληση ή άθληση αντοχής, προκαλεί αύξηση των απαιτήσεων οξυγόνου από τους σκελετικούς μύες. Για την κάλυψη των απαιτήσεων αυτών αυξάνεται ο πνευμονικός αερισμός, η καρδιακή συχνότητα και η αρτηριακή πίεση, ώστε να αυξηθεί η καρδιακή παροχή. Στους αθλητές, και κυρίως σε αυτούς με υψηλές επιδόσεις, οι προσαρμογές αυτές μπορεί να οδηγήσουν στην λεγόμενη αθλητική καρδιά, η οποία χαρακτηρίζεται από ήπια αύξηση των καρδιακών διαστάσεων και της καρδιακής μάζας, καθώς και από ελάττωση της καρδιακής συχνότητας ηρεμίας. Το κατά πόσον οι μεταβολές αυτές που γίνονται σε νέους αθλητές υψηλών επιδόσεων εμφανίζονται και στους δρομείς μέσης ηλικίας είναι προς συζήτηση.
Μεταβολές όμως δεν συμβαίνουν μόνο σε επίπεδο καρδιακών τοιχωμάτων και διαστάσεων. Στην Essen Marathon Study οι ερευνητές συνέλεξαν δεδομένα από 108 μαραθωνοδρόμους μεγαλύτερους των 50 ετών που είχαν ολοκληρώσει τουλάχιστον 5 μαραθωνίους τα 3 τελευταία έτη. Μετρήθηκε η ποσότητα (score) ασβεστίου στα στεφανιαία αγγεία, η οποία αποτελεί δείκτη αθηρωμάτωσης, και βρέθηκε υψηλή. Παράλληλα, στη μελέτη αυτή, οι δρομείς υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία καρδιάς όπου σε ένα μικρό ποσοστό διαπιστώθηκε η ύπαρξη ουλών στο τοίχωμα της καρδιάς, ειδικά στους δρομείς εκείνους που είχαν υψηλό score ασβεστίου και περισσότερους μαραθώνιους αγώνες. Οι βλάβες αυτές ήταν περισσότερο το αποτέλεσμα ανισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης σε επίπεδο αιμάτωσης παρά λόγω ρήξης αθηρωματικής πλάκας. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι ο αριθμός των εβδομαδιαίων χιλιομέτρων σε επίπεδο προπόνησης δεν είχε σχέση με το score ασβεστίου, αλλά μόνο οι μαραθώνιοι, πιθανόν λόγω του εντονότατου stress που υποβάλλεται η καρδιά. Ο λόγος που πιθανώς συμβαίνει αυτό σε κάποια άτομα είναι ότι ίσως στο παρελθόν είχαν παράγοντες κινδύνου για στεφανιαία νόσο, π.χ. παλιοί καπνιστές, παχύσαρκοι, υπερλιπιδαιμικοί χωρίς αγωγή, ή άτομα με γενετική προδιάθεση, με αποτέλεσμα να είναι περισσότερο επιρρεπείς στην ανάπτυξη βλάβης κάτω υπό συνθήκες έντονης φόρτισης.
Σε μία άλλη μελέτη με δεδομένα από τον Μαραθώνιο του Κεμπέκ, με μικρότερο αριθμό δρομέων μικρής και μέσης ηλικίας, έγιναν μετρήσεις αίματος για συγκεκριμένους βιοχημικούς δείκτες μυοκαρδιακής βλάβης, δοκιμασία κόπωσης με μέτρηση VO2max, καθώς και μαγνητική τομογραφία καρδιάς σε 4 χρονικές στιγμές: πριν τον μαραθώνιο, άμεσα μετά (μόνο αιμοληψία), 48 ώρες μετά τον αγώνα και 3 μήνες μετά. Στις 48 ώρες μετά τον μαραθώνιο διαπιστώθηκε οίδημα στην καρδιά, ελάττωση της αιμάτωσής της και μείωση της λειτουργικότητάς της, ευρήματα που υποστράφηκαν πλήρως 3 μήνες μετά. Στην μελέτη φάνηκε επίσης ότι όσο καλύτερα προπονημένοι ήταν οι δρομείς και όσο καλύτερα ενυδατωμένοι ήταν, τόσο μικρότερη ήταν η καρδιακή βλάβη. Να τονισθεί εδώ ότι στους δρόμους αντοχής η καρδιά καταπονείται αρκετά, πόσο μάλλον σε ύπαρξη αφυδάτωσης, όπου θα πρέπει να εργάζεται ακόμη πιο σκληρά για να εξωθήσει τον ελαττωμένο όγκο αίματος στο σώμα. Η όλη διαδικασία είναι αρκετά επίπονη για μία υγιή καρδιά, πόσο μάλλον όταν συνυπάρχει καρδιολογικό πρόβλημα.
Η τεράστια σημασία της προπόνησης αναδείχθηκε και σε μία ακόμη μελέτη με 60 δρομείς (non elite) μετά τους μαραθώνιους δρόμους της Βοστώνης το 2004 και το 2005, όπου έγιναν βιοχημικές και υπερηχοκαρδιογραφικές μετρήσεις πριν και μετά τους αγώνες. Στη μελέτη αυτή φάνηκε ότι οι λιγότερο προπονημένοι δρομείς είχαν τις χειρότερες μετρήσεις, δηλαδή τις μεγαλύτερες παροδικές καρδιακές βλάβες.
Εκτός από το αυξημένο score ασβεστίου που εμφανίζεται στις στεφανιαίες αρτηρίες, η άσκηση αντοχής προκαλεί και παροδική υπερπηκτικότητα, ιδιαίτερα στα απροπόνητα άτομα, εύρημα το οποίο δεν εμφανίζεται στους τακτικά προπονημένους δρομείς. Παράλληλα, πρέπει να σημειωθεί και η προαρρυθμική δράση της άσκησης αντοχής, δηλαδή η πυροδότηση αρρυθμιών, και ειδικότερα στην υποομάδα των δρομέων μέσης ηλικίας η εμφάνιση κολπικής μαρμαρυγής. Η πιθανή εξήγηση που δίνεται είναι ότι υπεύθυνες είναι, μεταξύ άλλων, οι διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος, των υγρών και των ηλεκτρολυτών, ίνωση στο μυοκάρδιο, δομικές μεταβολές της καρδιάς, χρόνια συστηματική φλεγμονή, και ίσως απαγορευμένες ουσίες. Εκτός από την κολπική μαρμαρυγή ενίοτε παρουσιάζεται εκτακτοσυστολική κολπική ή κοιλιακή αρρυθμία καθώς και κοιλιακή ταχυκαρδία, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανακοπή, αλλά μόνο όταν υπάρχει υποκείμενη καρδιακή νόσος.
ΟΦΕΛΗ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ
Σε πάνω από 40 επιδημιολογικές μελέτες έχει βρεθεί ότι η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, καθώς και η καθιστική ζωή, αποτελούν μείζονες παράγοντες καρδιαγγειακής νόσου. Τα οφέλη της άσκησης έχουν βεβαιωθεί σε πάρα πολλές μελέτες, τόσο σε επίπεδο πρωτογενούς όσο και δευτερογενούς πρόληψης. Η μέτρια άσκηση (15 λεπτά ημερησίως) προλαμβάνει την εμφάνιση αρκετών νόσων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπέρταση, η στεφανιαία νόσος κ.α., ενώ παράλληλα αυξάνει την επιβίωση. Δεν είναι όμως εύκολο να προσδιοριστεί ποσοτικά το ανώτερο επιτρεπτό όριο άσκησης αντοχής.
Οι κίνδυνοι από την άσκηση αντοχής, όπως η καρδιακή ανακοπή ή ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος, αφορούν συνήθως άτομα που αρχίζουν απότομα την άσκηση αντοχής χωρίς προηγούμενη εμπειρία σε τέτοιου είδους δραστηριότητα ή έπειτα από μακρά περίοδο αποχής. Ειδικά όταν η έναρξη της άθλησης γίνεται χωρίς προαθλητικό έλεγχο και χωρίς καθοδήγηση από ειδικό, η πιθανότητα καρδιακών επεισοδίων, πάντα με συνύπαρξη υποκείμενης καρδιακής νόσου, αυξάνεται. Να σημειωθεί ότι ο κίνδυνος καρδιαγγειακών επεισοδίων αυξάνει με την αύξηση της άσκησης αντοχής.
ΑΙΦΝΙΔΙΟΣ ΚΑΡΔΙΑΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ
Ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος ορίζεται ως ο μη τραυματικός, μη βίαιος, απρόσμενος θάνατος από καρδιακά αίτια μέσα σε μία ώρα από την έναρξη των συμπτωμάτων.
Τα κύρια αίτια είναι:
α) η αθηρωμάτωση των στεφανιαίων αγγείων (στεφανιαία νόσος)
β) ορισμένες συγγενείς και κάποιες επίκτητες καρδιοπάθειες, κληρονομούμενες ή μη
γ) η εγκεφαλοπάθεια από υπονατριαιμία, και
δ) η θερμοπληξία σε συνδυασμό με αφυδάτωση.
Η συνηθέστερη αιτία θανάτου σε δρομείς μεγαλύτερους των 35 ετών είναι η στεφανιαία νόσος. Αν και συνήθως συμβαίνει μετά το 31ο χιλιόμετρο του μαραθωνίου αγώνα μπορεί να παρουσιαστεί και σε ημιμαραθώνιους. Είναι το αποτέλεσμα του συνδυασμού της μακράς και έντονης φυσικής καταπόνησης με δυσμενείς καιρικές συνθήκες, όπως η υψηλή θερμοκρασία και η υγρασία, και υποκείμενη καρδιοπάθεια.
Σε δρομείς μικρότερους των 35 ετών οι συχνότερες αιτίες αιφνιδίου καρδιακού θανάτου είναι ορισμένες συγγενείς καρδιοπάθειες που δεν είχαν προηγούμενα διαγνωσθεί, κάποια κληρονομούμενα νοσήματα που εκφράζονται στην ενήλικη συνήθως ζωή, όπως η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, καθώς και άλλα νοσήματα που παρουσιάζονται αργότερα στη ζωή, όπως η μυοκαρδίτιδα και η διατατική μυοκαρδιοπάθεια. Οι συχνότερες συγγενείς και επίκτητες καρδιοπάθειες από τις προαναφερθείσες είναι: οι ανώμαλες εκφύσεις των στεφανιαίων αρτηριών, ορισμένες βαλβιδοπάθειες, κάποια αρρυθμιολογικά σύνδρομα, μυοκαρδιοπάθειες, η μυοκαρδίτιδα και το σύνδρομο Marfan.
Η εγκεφαλοπάθεια από υπονατριαιμία, ή δηλητηρίαση από νερό, οφείλεται στην πτώση των επιπέδων νατρίου στον οργανισμό λόγω της υπερβολικής ενυδάτωσης, η οποία όμως δεν ακολουθείται από πρόσληψη νατρίου. Κατά τη διάρκεια ενός δρόμου αντοχής, η εφίδρωση λειτουργεί ως μηχανισμός μείωσης της θερμοκρασίας του σώματος. Στα πλαίσια της εφίδρωσης χάνεται και νάτριο. Οι δρομείς που πίνουν μεγάλες ποσότητες νερού, που βέβαια δεν περιέχει νάτριο, οδηγούνται σε αραίωση του νατρίου στον οργανισμό, κατάσταση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε οίδημα των εγκεφαλικών κυττάρων και σε εγκεφαλοπάθεια από υπονατριαιμία, κώμα και θάνατο.
Η αυξημένη θερμοκρασία περιβάλλοντος σε συνδυασμό με την έλλειψη νερού μπορεί να οδηγήσει σε απορρύθμιση του μηχανισμού θερμορύθμισης του οργανισμού, με αποτέλεσμα την εξάντληση, τη θερμοπληξία, το κώμα και το θάνατο.
Βέβαια πρέπει να τονισθεί ότι ο κίνδυνος μοιραίων επεισοδίων σε μαραθώνιους δρόμους είναι πολύ μικρός. Σε μελέτη με σημαντικό αριθμό δρομέων από δύο μεγάλους μαραθώνιους (Washington και Minneapolis) για πολύ μεγάλη χρονική περίοδο, το ποσοστό των αθλητών που απεβίωσαν ήταν εξαιρετικά χαμηλό. Από τους 215.413 αθλητές που συμμετείχαν απεβίωσαν 4 αθλητές, εκ των οποίων οι 3 από στεφανιαία νόσο, και ο ένας από ανώμαλη έκφυση στεφανιαίας αρτηρίας.
Εδώ αξίζει να αναφερθεί η μελέτη RACER η οποία συμπεριέλαβε δρομείς από μαραθώνιους και ημιμαραθώνιους για περίπου 10 έτη. Τα ποσοστά καρδιακής ανακοπής και αιφνιδίου καρδιακού θανάτου ήταν πολύ χαμηλά. Ο μέσος όρος ηλικίας των δρομέων με καρδιακή ανακοπή ήταν 41 έτη. Η καρδιακή ανακοπή με μοιραία κατάληξη ήταν συχνότερη στους μαραθώνιους παρά στους ημιμαραθώνιους, συχνότερη στους άντρες παρά στις γυναίκες, ενώ στους νεότερους αθλητές η αιτία ήταν συνήθως η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια (όπου συνήθως η καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση είναι λιγότερο επιτυχής), και στους μεγαλύτερης ηλικίας αθλητές ήταν η στεφανιαία νόσος. Αυτό που διαπιστώθηκε στους αθλητές που υπέστησαν καρδιακή ανακοπή λόγω στεφανιαίας νόσου (οι περισσότεροι εκ των οποίων διασώθηκαν) ήταν ότι αυτή οφειλόταν σε ανισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς αιμάτωσης και όχι σε οξεία ρήξη αθηρωματικής πλάκας. Επίσης αυτό που φαίνεται από τη μελέτη είναι ότι οι επιζήσαντες από καρδιακή ανακοπή ήταν αυτοί που είχαν περισσότερα έτη ενασχόλησης με δρόμους αντοχής, περισσότερους ολοκληρωμένους μαραθώνιους και είχαν υποβληθεί σε προαθλητικό έλεγχο.
ΠΡΟΑΘΛΗΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Ο προαθλητικός έλεγχος, όπως έχει οριστεί από όλες τις αθλητιατρικές και καρδιολογικές οδηγίες, περιλαμβάνει το οικογενειακό και ατομικό ιστορικό, την κλινική εξέταση και τις διάφορες παρακλινικές εξετάσεις στις οποίες μπορεί να υποβληθεί ο αθλητής. Οι κυριότερες είναι το ηλεκτροκαρδιογράφημα, το υπερηχογράφημα καρδιάς, η δοκιμασία κόπωσης, η 24ωρη καταγραφή του καρδιακού ρυθμού (Holter ρυθμού), η μαγνητική τομογραφία καρδιάς, ο ηλεκτροφυσιολογικός έλεγχος και η στεφανιογραφία.
Το οικογενειακό ιστορικό θεωρείται θετικό όταν αναφέρεται αιφνίδιος θάνατος σε συγγενή νεαρής ηλικίας, όταν αναφέρεται κάποια καρδιοπάθεια με κληρονομικό χαρακτήρα, ή τέλος, αν κάποιος από τους γονείς εμφάνισε καρδιαγγειακή νόσο σε ηλικία μικρότερη από τα 55 έτη για άρρενα γονέα, ή μικρότερη από 65 για θήλυ.
Το ατομικό ιστορικό θεωρείται ύποπτο όταν ο αθλητής αναφέρει φύσημα σε νεαρή ηλικία ή πόνο στο στήθος, δύσπνοια που γίνεται χειρότερη με την άσκηση, συγκοπικό ή προσυγκοπικό επεισόδιο, αίσθημα παλμών ή εύκολη εξάντληση μη συμβατή με το βαθμό άθλησης.
Η κλινική εξέταση πρέπει να είναι λεπτομερής και να περιλαμβάνει όλα τα συστήματα.
Το ηλεκτροκαρδιογράφημα αποτελεί μία απλή μέθοδο εξαιρετικής ευαισθησίας και ειδικότητας στην ανίχνευση ασυμπτωματικών αθλητών για τους οποίους απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση. Θεωρείται απαραίτητο από την Ιταλική σχολή, ενώ στις ΗΠΑ δεν έχει ενταχθεί στις απαιτούμενες εξετάσεις του προαθλητικού ελέγχου.
Σε μελέτη που έγινε στις ΗΠΑ με 134 αθλητές, μέσης και ανώτερης εκπαίδευσης, που υπέστησαν αιφνίδιο καρδιακό θάνατο, μόνο στο 3% υπήρξε υποψία βάσει του ιστορικού και της κλινικής εξέτασης και μόνο στο 1% έγινε ακριβής διάγνωση. Παράλληλα, να σημειωθεί ότι το 30% των περιστατικών αιφνιδίου καρδιακού θανάτου δεν μπορεί να προληφθεί από τον προαθλητικό έλεγχο ακόμα και όταν αυτός περιλαμβάνει ηλεκτροκαρδιογράφημα.
Η δοκιμασία κόπωσης απευθύνεται σε αθλητές μετρίου και υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, δηλαδή σε άντρες μεγαλύτερους των 45 ετών και σε γυναίκες μεγαλύτερες των 55 ή σε πρόωρη εμμηνόπαυση, με 1 ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, καθώς επίσης και σε αθλητές με ύποπτη συμπτωματολογία ή μεγαλύτερους των 65 ετών ανεξαρτήτως συμπτωματολογίας ή παραγόντων κινδύνου.
Το υπερηχογράφημα καρδιάς μπορεί να αποκαλύψει αρκετές δομικές διαταραχές, συγγενείς ή επίκτητες, αλλά θα πρέπει να διενεργείται με προσοχή αφού υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις ψευδώς θετικών ή αρνητικών αποτελεσμάτων. Να σημειωθεί ότι βοηθά στη διαφορική διάγνωση ανάμεσα στην αθλητική καρδιά και στην παθολογικά υπερτροφική καρδιά λόγω υπέρτασης ή υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας. Από την άλλη μεριά, η υποβολή όλων των αθλητών ανεξαιρέτως σε υπερηχογράφημα καρδιάς δεν βρέθηκε να αυξάνει την ανίχνευση αθλητών με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια συγκριτικά με το ηλεκτροκαρδιογράφημα που μπορεί από μόνο του να ανιχνεύσει το 95% των περιπτώσεων αυτών.
Η 24ωρη καταγραφή του καρδιακού ρυθμού (Holter ρυθμού) αποτελεί πολύτιμο εργαλείο στην αξιολόγηση προλιποθυμικών και λιποθυμικών επεισοδίων, αίσθησης παλμών στην προκάρδιο χώρα, ή αρρυθμίας.
Τέλος, άλλες εξετάσεις που σε διαφορετικές περιπτώσεις μπορούν να βοηθήσουν είναι η μαγνητική τομογραφία καρδιάς, η ηλεκτροφυσιολογική μελέτη και η στεφανιογραφία.
ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ
Ο προαθλητικός έλεγχος πρέπει να διενεργείται από εξειδικευμένο καρδιολόγο. Στην Ιταλία ο έλεγχος γίνεται από ιατρούς που έχουν ειδικευθεί στην αθλητιατρική και στην αθλητική καρδιολογία και απασχολούνται σε ειδικά κέντρα.
Ο προαθλητικός έλεγχος πρέπει να ξεκινά μετά τα 12-14 έτη, εκτός βέβαια αν κάτι ανησυχήσει τους γονείς ή τον θεράποντα ιατρό νωρίτερα.
Το ηλεκτροκαρδιογράφημα πρέπει να γίνεται σε όλους. Η εμπειρία στην Ιταλία έδειξε τεράστια μείωση των περιστατικών αιφνιδίου καρδιακού θανάτου.
Η δοκιμασία κόπωσης πρέπει να διενεργείται σε αθλητές μέτριου και υψηλού κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, πρέπει να αξιολογείται με προσοχή σε αθλητές χαμηλού κινδύνου, και δεν συστήνεται σε υγιείς ασυμπτωματικούς αθλητές, μικρότερους των 65 ετών, χωρίς παράγοντες κινδύνου.
Το υπερηχογράφημα καρδιάς πρέπει να γίνεται επιλεγμένα όταν υπάρχει ένδειξη από το ιστορικό, την κλινική εξέταση ή το ηλεκτροκαρδιογράφημα.
Ο αθλητής πρέπει να ενημερώνεται για τη φύση και τη σημασία των πρόδρομων συμπτωμάτων ή σημείων καρδιαγγειακής νόσου (όπως η στηθάγχη, τα ισοδύναμα στηθάγχης όπως η δύσπνοια στην κόπωση, ή η διαταραχή της συνείδησης), για τον κίνδυνο καρδιακού επεισοδίου από την απότομη έναρξη έντονης αθλητικής δραστηριότητας, ειδικά αν προϋπήρχε καθιστική ζωή χωρίς άθληση, καθώς και για τη σημασία της τροποποίησης των παραγόντων κινδύνου όπου αυτοί διαπιστωθούν.
Σχετικά με δρομείς που έχουν ήδη κάποια πάθηση και επιθυμούν να συμμετέχουν σε άσκηση αντοχής ή και να λαμβάνουν μέρος σε αγώνες μέσων και μεγάλων αποστάσεων ισχύουν τα ακόλουθα. Σε περίπτωση τεκμηριωμένης στεφανιαίας νόσου, είτε υπάρχουν ενοχλήσεις είτε όχι και ανεξάρτητα αν έχει γίνει επαναγγείωση, συστήνεται αποφυγή άθλησης υψηλής έντασης. Σε περιπτώσεις αρτηριακής υπέρτασης δεν συστήνεται περιορισμός για την ήπια υπέρταση, ενώ στην μέτρια υπέρταση πρέπει ο αθλητής να περιοριστεί. Στην υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, καθώς και στις άλλες μυοκαρδιοπάθειες συστήνεται αποφυγή. Η συντριπτική πλειοψηφία των αθλητών με πρόπτωση μιτροειδούς δεν περιορίζονται, ενώ οι αθλητές με μυοκαρδίτιδα μπορούν να επιστρέψουν στην αθλητική δραστηριότητα αφού η καρδιά επανέλθει στο φυσιολογικό. Τέλος οι αθλητές με αρρυθμιολογικά σύνδρομα πρέπει να υποβάλλονται σε ενδελεχή και πλήρη ηλεκτροφυσιολογικό έλεγχο πριν τη συμμετοχή τους σε άθληση αντοχής.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η άσκηση αντοχής έχει τεράστια οφέλη για την υγεία και αυξάνει την επιβίωση. Προκαλεί όμως και μεγάλη καταπόνηση στην καρδιά, ενώ μακροχρόνια μπορεί να επιφέρει ανεπιθύμητες λειτουργικές και μορφολογικές μεταβολές, ειδικά στην ολοένα αυξανόμενη ομάδα των μεσήλικων ερασιτεχνών δρομέων. Οι αθλητές αντοχής πρέπει να γνωρίζουν ότι έχουν πιθανά μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο, και τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι ο ημιμαραθώνιος αποτελεί μία εξαιρετική εναλλακτική λύση για τους αθλητές αντοχής που επιθυμούν να λάβουν μέρος σε αγώνα μεγάλης απόστασης.
Καρδιολόγος Dr. Δημήτρης Στεργίου
http://sdyth.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου