Το 1968, λίγο διάστημα μετά τη δολοφονία του αφροαμερικανού ηγέτη, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η εκπαιδευτικός Τζέιν Έλιοτ εμπνεύστηκε και πραγματοποίησε το περίφημο πείραμα των «γαλάζιων και καφέ ματιών». Η επιστήμονας εφηύρε μια άσκηση, με την οποία θα βοηθούσε τους μαθητές της να κατανοήσουν τις συνέπειες του ρατσισμού και της προκατάληψης.
Το πείραμα
Η Έλιοτ χώρισε την τάξη της σε δύο ομάδες. Η μια αποτελούνταν από μαθητές που είχαν μπλε μάτια, ενώ η δεύτερη από μαθητές που είχαν καστανά μάτια. Την πρώτη μέρα του πειράματος, η δασκάλα χαρακτήρισε την ομάδα με τα ανοιχτόχρωμα μάτια «ανώτερης κλάσης» και τους έδωσε περισσότερα προνόμια. Τα παιδιά με τα πιο σκουρόχρωμα μάτια αντιπροσώπευαν τη «μειονότητα» και φορούσαν κολάρα για να ξεχωρίζουν.
Στη συνέχεια, αποθάρρυνε την αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Δεν επέτρεπε καν στα παιδιά της πρώτης ομάδας να πίνουν νερό από τις ίδιες βρύσες που έπιναν εκείνα της δεύτερης ομάδας. Με αυτόν τον τρόπο, θα αγχώνονταν και θα εξωτερίκευαν τα αρνητικά στοιχεία του χαρακτήρα τους.
Τα αποτελέσματα
Τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Το πείραμα έδειξε ότι η συμπεριφορά των μαθητών άλλαξε ακαριαία. Το γκρουπ με τα μπλε μάτια έδειξε αλαζονική στάση, υπεροψία και αγένεια, ενώ απέδιδε πολύ καλύτερα στα μαθήματα. Άρχισε να ασκεί όχι μόνο λεκτική, αλλά και σωματική βία στους συμμαθητές με τα καστανά μάτια.
Εκείνοι από την πλευρά τους παρουσίασαν ανασφάλεια και έλλειψη αυτοπεποίθησης. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι, δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στα μαθήματα. Αντιμετώπιζαν μαθησιακές δυσκολίες ακόμα και οι άριστοι μαθητές, που είχαν στο παρελθόν πολύ υψηλές βαθμολογίες.
Την επόμενη μέρα, η διαδικασία επαναλήφθηκε, μόνο που αυτή τη φορά, η Έλιοτ αντέστρεψε τους ρόλους των ομάδων. Τη «μειοψηφία» πλέον αποτελούσαν τα παιδιά με τα μπλε μάτια και εκείνα φορούσαν τα κολάρα. Οι μαθητές με τα καστανά μάτια ως «ανώτεροι», άρχισαν να κοροϊδεύουν και να γιουχάρουν τους συμμαθητές με τα μπλε μάτια, αλλά με λιγότερη σφοδρότητα.
Η Έλιοτ τότε ζήτησε από τα παιδιά να αφαιρέσουν τα κολάρα τους και να γράψουν σε ένα φύλλο χαρτί τι έμαθαν από αυτή την εμπειρία. «Νομίζω ότι τα παιδιά θα περπατάνε με πολύχρωμα μοκασίνια για αρκετό χρονικό διάστημα», φέρεται να έλεγε αργότερα η Έλιοτ.
Τα συμπέρασμα
Μετά τη λήξη του πειράματος, όλοι οι μαθητές αισθάνονταν ανακουφισμένοι. Είχαν επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις μεταξύ τους και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να κρίνονται με βάση την εξωτερική εμφάνιση και την καταγωγή, αλλά το χαρακτήρα τους.
Οι αντιδράσεις
Όταν η πολιτεία πληροφορήθηκε για την άσκηση, αντέδρασε πολύ αρνητικά. «Πώς τολμάς να δοκιμάζεις ένα τόσο σκληρό και απάνθρωπο πείραμα σε μικρά παιδιά και δη λευκά; Τα έγχρωμα παιδιά μπορεί να έχουν βιώσει παρόμοιες καταστάσεις, αλλά τα λευκά δεν μπορούν να κατανοήσουν κάτι τέτοιο. Αυτό το γεγονός θα τους προκαλέσει ψυχολογικά προβλήματα», έγραφαν οι εφημερίδες εκείνη την εποχή.
Η Τζέιν Έλιοτ απέκτησε φήμη, αλλά αρνητική. Όπου κι αν πήγαινε, ακούγονταν ψίθυροι, ενώ πολλοί με το που την αντίκριζαν, απομακρύνονταν. Στον καθρέφτη του σχολείου όπου εργαζόταν, κάποιος έγραψε και απειλητικό μήνυμα με κόκκινο κραγιόν.
Παρά την κατακραυγή, η Έλιοτ εμφανίστηκε σε διάφορα τηλεοπτικά σόου και επανέλαβε το πείραμα πολλές φορές, όχι μόνο σε παιδιά, αλλά και σε ενήλικες. Το πείραμα των «μπλε και καστανών ματιών», πάντως, δεν συμπεριλαμβάνεται στις επίσημες έρευνες και στις επιτυχημένες μεθόδους καταπολέμησης του ρατσισμού.
http://www.planitikos.gr/2016/11/blog-post_26.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου